- καρβοξυλάσες
- Ομάδα ενζύμων της κατηγορίας των λυασών, που χαρακτηρίζονται από την ιδιότητά τους να αφαιρούν διοξείδιο του άνθρακα (αποκαρβοξυλίωση) από τα κετονοξέα (κετοκαρβοξυλάση) και από τα αμινοξέα (αμινοκαρβοξυλάση). Στην πρώτη περίπτωση, ως συνένζυμο των κ. δρα η πυροφωσφορική θειαμίνη (TPP), ενώ στη δεύτερη το φωσφορικό άλας της πυριδοξάλης. Οι κ. αποτελούν σημαντικά ένζυμα του μεταβολισμού.
Dictionary of Greek. 2013.